Του Αγίου
Η άνοδος του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη, υποστηρίχθηκε από την ιδέα ότι η πολιτική διάκριση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς έχει ξεπεραστεί ιστορικά.
Στη βάση μάλιστα αυτής της ιδεοληψίας, που κάποτε λαμβάνει και τη μορφή ιδεολογήματος, το οποίο υιοθετείται ρητά ή άδηλα από την πλειονότητα των κεντροδεξιών και αρκετών κεντροαριστερών ευρωπαϊκών κομμάτων, αναπτύσσεται η πολιτική προπαγάνδα και νομιμοποιούνται επιμέρους κυβερνητικές πολιτικές ή διακυβερνητικές πολιτικές της ΕΕ.
Στο επίπεδο της διαμόρφωσης συλλογικών πολιτικών ταυτοτήτων, οι συνέπειες αυτής της προσέγγισης μοιάζουν δραματικές. Η ιδεολογική διάσταση του δημοκρατικού φιλελευθερισμού υποχωρεί και μια νέα μορφή ολοκληρωτισμού αναδύεται: ο οικονομισμός.
Σύμφωνα με αυτόν, όλα είναι οικονομία και τα πάντα στη κοινωνία μπορεί να αναλυθούν και να ρυθμιστούν στο πλαίσιο των κανόνων της αγοράς, η οποία με αυτή την έννοια εμφανίζεται ουδέτερη και αντικειμενική, δηλαδή απολιτική.
Η απολιτική αυτή κουλτούρα, ενδεδυμένη το επιμελώς ατημέλητο ιμάτιο του μοντερνισμού, φαίνεται να κυριαρχεί σε ολοένα περισσότερα στρώματα της κοινωνίας και στην Ελλάδα. Εδώ, μάλιστα, εξαιτίας αζύμωτων πολιτικά εμπειριών της μεταβιομηχανικής εποχής, εύκολα ο απολιτικός χαρακτήρας του σύγχρονου οικονομικού ντετερμινισμού διαπλέκεται με τον εθνικισμό και το τοπικισμό, συνδιαμορφώνοντας μια (πολιτικά) άνοστη σούπα.
Εκεί όπου η Αριστερά πρεσβεύει ότι αιτία της ύπαρξης της είναι η εμπέδωση της κοινωνικής ισότητας και η άρση των ποικιλόμορφων αποκλεισμών, η Δεξιά θεωρεί τη κοινωνική ανισότητα (αναγκαίο)στοιχείο προόδου και δυναμικό παράγοντα εξέλιξης. Από την άλλη, η λαϊκιστική, εθνικιστική-δεξιά, ευαγγελίζεται μια απολιτική ισότητα βασισμένη σε εθνικιστικές προσεγγίσεις που δεν αμφισβητούν στην ουσία το μοντέλο της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά αποκλειστικά την λειτουργικότητά του υπέρ του εθνικού-κράτους, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.
Διαπιστώνοντας ότι οι παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, που σχηματίζονταν στο πλαίσιο της ιδιοκτησίας και του ελέγχου των μέσων παραγωγής, έχουν σε μεγάλο βαθμό εξασθενήσει και φθαρεί, εξαιτίας σημαντικών μεταβολών στο αναπτυξιακό μοντέλο του καπιταλισμού και παράλληλης κατάρρευσης του προγράμματος του ολοκληρωτισμού, δεν πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά είναι εκτός τόπου και χρόνου ή χειρότερα, αντιπαραγωγική και οπισθοδρομική.
Τα αίτια αυτής της πολιτικής διάκρισης μεταβάλλονται, η σημασία της όμως παραμένει κεφαλαιώδης για την προαγωγή της κοινωνικής συνείδησης και της πολιτικής δράσης.
Το ζήτημα του εκδημοκρατισμού δεν θα πρέπει να περιορίζεται δογματικά, είτε στο πλαίσιο της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας, είτε σε εκείνο της πολιτισμικής αυτονομίας και εθνικής αυτοδιάθεσης. Ο εκδημοκρατισμός, που σημειωτέον έχει έννοια μόνον σε φιλελεύθερα περιβάλλοντα, είναι ιδιαίτερα επίκαιρος σήμερα, καθώς έχει να αντιμετωπίσει τις νέες μορφές ανισοτήτων που προκαλεί η επικράτηση του νεοφιλελευθέρου μοντέλου κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης (παγκοσμιοποίηση).
Η υπόθεση, λοιπόν, δεν είναι να καταδείξουμε την ισοπέδωση της παραδοσιακής διάκρισης Αριστεράς-Δεξιάς, όπως αυτή διαπιστούται εμπειρικά, κυρίως στο πλαίσιο ξεπερασμένων μορφών πολιτικών συστημάτων, αλλά να αναδείξουμε την αναγκαιότητα της σύγχρονης διάστασής της στο παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο.
Ο νέος ολοκληρωτισμός που απειλεί την ανθρωπότητα είναι εδώ. Η κυριαρχία της αγοράς πάνω στο κράτος διαλύει την οργάνωση των κοινωνιών που διαμορφώθηκε ως απότοκος της Βιομηχανικής Επανάστασης.
Οι κοινωνίες, στο μεγαλύτερο μέρος του αναπτυγμένου και αναπτυσσόμενου κόσμου, βρίσκονται στη φάση νέων δημοκρατικών αναζητήσεων, που συνδυάζουν το αίτημα για ισότητα με αυτό μιας καλύτερης ποιότητας ζωής, με την ενσωμάτωση της τεχνολογικής προόδου στην προστασία του περιβάλλοντος και στην ανάπτυξη της (δημιουργικής) καθημερινότητας.
Αν όμως οι αριστεροί δεν συνειδητοποιήσουν ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι καπιταλιστική τάση ή καπιταλιστικό ιδεολόγημα, αλλά φάση στην εξέλιξη της ανθρωπότητας - εποχή, με τα όλα της, δηλαδή, στην οποία ζούμε όλοι μας ασχέτως κοινωνικής κατάστασης, καταγωγής, ιδιαίτερης πολιτισμικής συγκρότησης και θρησκευτικής πεποίθησης - δεν θα μπορέσουν να δομήσουν τη νέα συλλογική (προοδευτική) ταυτότητά τους, που θα οδηγήσει σε νέα κινήματα αμφισβήτησης του συστήματος, το οποίο υπάρχει και εξελίσσεται εκμεταλλευόμενο νέες μορφές ανισοτήτων που το ίδιο προκαλεί.
Τα δικαιώματα θα πρέπει να ιδωθούν, επίσης, μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο κυριαρχίας. Είναι φαιδρό να αγωνιζόμαστε για δικαιώματα που δεν έχουν πλέον κανένα νόημα, επειδή έτσι συνηθίσαμε και να μην διεκδικούμε τη θεμελίωση πιο αποτελεσματικών και δημοκρατικών ανθρώπινων και πολιτικών δικαιωμάτων, με κριτήριο τον σεβασμό της προσωπικότητας, και της ιδιαίτερης ταυτότητας ,καθώς και την διαρκώς διευρυνόμενη συμμετοχή στις αποφάσεις με διαφάνεια, αλλά και λογοδοσία.
Για να μην υπάρξει παρεξήγηση, σπεύδω να διευκρινίσω ότι δεν υπονοώ την παραγνώριση θεμελιωμένων δικαιωμάτων, αλλά την ουσιαστική αναζωογόνησή τους σε ένα νέο διεκδικητικό πλαίσιο.
Ίσως, ήρθε η ώρα και στην Ελλάδα να αναρωτηθούμε, στα σοβαρά, ποια είναι η έννοια των κεκτημένων δικαιωμάτων σε ένα κόσμο περιβαλλοντικής, πολιτικής και εργασιακής υποβάθμισης, και προπάντων πολιτισμικού εκχυδαϊσμού.
Η αναγκαία για την δημοκρατική ανάπτυξη αντίθεση Αριστεράς-Δεξιάς θα πρέπει μάλλον να συνδεθεί με τον αγώνα για την αποκρυστάλλωση νέων δικαιωμάτων που θα τείνουν να εξουδετερώσουν την ισχύ και το εύρος των σύγχρονων ανισοτήτων με τις οποίες τρέφεται το τέρας της εποχής μας: ο νεοφιλελευθερισμός.
Εκείνο που αποτελεί σήμερα αληθινή προοδευτική πρόκληση είναι η επιστροφή της πολιτικής στους πολίτες. Η αλληλεγγύη, η δικαιοσύνη και η ελευθερία πρέπει να αποκτήσουν νέο, διευρυμένο πολιτικό περιεχόμενο και να ενταχθούν σε ένα κίνημα άμεσης δημοκρατίας. Ο καλύτερος εκπρόσωπος του εαυτού είναι ο εαυτός μας. Καιρός να αναλάβει και την ευθύνη της ύπαρξής του και να… «επωμισθεί» τις συνέπειες των αποφάσεών του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου