Του Αγίου
Και αλλού στην Ευρώπη κυβερνούν δεξιά κόμματα και δεξιές συμμαχίες, πουθενά όμως δεν εκδηλώνεται τόσο μίσος εναντίον του δημοσίου.
Η κυβέρνηση-Καραμανλή έχει ξεπεράσει προ πολλού την κυβέρνηση-Μητσοτάκη σε μένος εναντίον του δημόσιου χώρου, τον οποίο εντέχνως ταυτίζει εννοιολογικά με το κράτος και τις κυβερνήσεις.
Το δημόσιο ταυτίζεται με το κράτος στο βαθμό που το επιθυμεί και το επιδιώκει το πολιτικό σύστημα, σε διαφορετική περίπτωση το δημόσιο είναι μια ευρύτερη και ποιοτικά εντελώς διακριτή έννοια που περιλαμβάνει όλες τις σχέσεις που δεν ορίζονται στο πλαίσιο της ιδιωτικής σφαίρας και της οικονομίας της αγοράς.
Από την άλλη πλευρά, η κεντρο-αριστερά και η αριστερά παρακολουθούν την δραματική υποβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα κοινωνικών αγαθών, υπερασπιζόμενες όχι τα αγαθά αυτά καθαυτά, αλλά την κρατική τους – δηλαδή κομματική τους – οντότητα.
Έγκλημα εναντίον της ελληνικής κοινωνίας διαπράττουν οι δεξιοί κυβερνώντες, την ίδια στιγμή που όσοι πολιτεύονται αριστερότερα αμύνονται στην περιοχή του διεφθαρμένου πελατειακού κρατισμού.
Οι μεν πρώτοι, εγκλωβισμένοι απόλυτα από τα συμφέροντα μίας λίγο-πολύ κλειστής ομάδας ιδιωτών που υπηρετούν, αγωνίζονται για την ιδιωτικοποίηση του δημοσίου, φροντίζοντας πρώτα να το εξευτελίσουν εντελώς, οι δε δεύτεροι αντιδρούν υπερασπιζόμενοι συντεχνιακά συμφέροντα, πελατειακούς μηχανισμούς και παρέες που εξέθρεψε ο κομματισμός στην διοίκηση.
Έτσι, κινούμενη ολοένα και πιο νεοφιλελεύθερα η ΝΔ, ωθεί αντανακλαστικά τα μέλη του ευώνυμου πολιτικού κέρατος σε μια αδιέξοδη συντηρητική στάση: να περισώσουν τις πακτωμένες σχέσεις στο δημόσιο και όχι εντέλει τα δημόσια αγαθά, αυτά καθ’ αυτά.
Μα η αλλοίωση των σχέσεων στο εργασιακό καθεστώς στο δημόσιο, για παράδειγμα, δεν θα εκφυλίσει τελικά και τον δημόσιο χαρακτήρα των αγαθών αυτών;
Ρωτά ο ανυποψίαστος αποδέκτης της προπαγάνδας ένθεν κακείθεν.
Όχι, καθώς τα δύο αυτά πράγματα δεν σχετίζονται μεταξύ τους. Τον συσχετισμό προκαλούν εντέχνως οι συντεχνίες και όσοι τις στηρίζουν πολιτικά, όχι ως συνδικαλιστικούς φορείς, αλλά περιοριστικά σαν πελατειακούς μηχανισμούς άσκησης πολιτικής επιρροής.
Όσοι, λοιπόν, υπερασπιζόμαστε ως δημόσιο αγαθό την τριτοβάθμια εκπαίδευση, δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και αποδεχόμαστε τη μορφή των σχέσεων που επικρατεί στις πανεπιστημιακές σχολές ή τη σχέση αυτών στο γενικότερο πλαίσιο της εκπαίδευσης, της έρευνας και της παραγωγής συστηματοποιημένης γνώσης.
Όλα αυτά είναι αντικείμενο σοβαρού και διαρκούς δημόσιου διαλόγου που δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται κομφορμιστικά ή αντιδραστικά. Είναι ζήτημα δημόσιου ενδιαφέροντος, αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και αποτελεί αντικείμενο πολιτικής.
Όλα αυτά, εάν και εφόσον συνεχίζουμε να θεωρούμε το πανεπιστήμιο δημόσιο αγαθό. Αν πάψουμε να το βλέπουμε ως τέτοιο τότε η πολιτική πρωτοβουλία προφανώς δεν κατατείνει στην προστασία αυτού του αγαθού, αλλά αντίθετα προσβάλει το πυρήνα της ύπαρξης του και αποσυνδέει το δημόσιο συμφέρον από την ανάπτυξη και εξέλιξη του.
Η πολιτική Καραμανλή στα ζητήματα της παιδείας είναι παρελκυστική:
Δίχως να αρνείται τη σημασία της δημόσιας εκπαίδευσης - πώς θα μπορούσε άλλωστε!- κάνει ότι μπορεί για να την αποδυναμώσει ως δημόσιο αγαθό, προσφέροντας το κερδοφόρο κομμάτι της «παιδείας» σε ιδιωτικά συμφέροντα, διατηρώντας παράλληλα το τμήμα που δεν θα ήθελε κανείς ιδιώτης να αναπτύξει, εξαιτίας του κόστους του και της μεγάλης επένδυσης που θα απαιτείτο, υπό κρατικό έλεγχο.
Βλέπει, δηλαδή, η κυβέρνηση Καραμανλή την «παιδεία» σαν κοινωφελή επιχείρηση από την οποία προσπαθεί να απαλλάξει το κράτος, στο βαθμό που μπορεί, προικίζοντας ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες ημεδαπούς και αλλοδαπούς με τα επικερδή στοιχεία της. Εφαρμόζει, δηλαδή, η ΝΔ για τα ΑΕΙ ανάλογη πολιτική με εκείνην που χαρακτηρίζει τη γενικότερη φιλοσοφία της, για την σταδιακή μείωση του δημόσιου χώρου, υπέρ του ιδιωτικού.
Μέσα σε αυτή την «θεότρελη ατμόσφαιρα» κάθε σαχλαμάρας και ανεύθυνος πολιτικός της κυβερνώσας παράταξης βρίσκει χώρο για να εκφράσει με άνεση την καταστροφική για την κοινωνία τάση του.
Στο μυαλό μου έχω την πραγματικά σοκαριστική δήλωση, ενός ανεκδιήγητου ανθρώπου που ο Καραμανλής διόρισε «Υπουργό Παιδείας».
Αυτός ο νέος άνθρωπος, έχοντας προφανώς ως πρότυπο τις «εποχές του γύψου» αποφάνθηκε αρμοδίως: «Το πανεπιστήμιο χρειάζεται ένα σοκ για να σπάσει το κρατικό μονοπώλιο, ενώ οι καθηγητές κρατούν καθηλωμένη την ελληνική εκπαίδευση».
Ο υπουργός αυτός έλαβε, προφανώς, εντολή από τον κύριο Καραμανλή να σοκάρει τα ΑΕΙ με το δέος που προκαλεί η πολιτική της κυβέρνησης.
Και σαν να μην έφτανε αυτό διευκρίνισε ότι: ομάδες πανεπιστημιακών «πρέπει να μπουν στο περιθώριο διότι, αν και μειοψηφούν, κρατούν καθηλωμένη την ελληνική εκπαίδευση σε ιδεοληψίες του παρελθόντος και σε βολεμένα κατεστημένα, που φοβούνται μήπως και αποκαλυφθεί η επιστημονική τους γύμνια».
Εδώ, η πολιτική δίνει τη θέση της στην αλητεία και δημόσιος διάλογος είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί.
Η κυβέρνηση που πολιτεύεται για να σοκάρει θεσμούς, κατασυκοφαντώντας λειτουργούς με τους οποίους προδήλως διαφωνεί ως προς την ασκούμενη από αυτήν πολιτική, δεν μπορεί να χαίρει δημοκρατικής νομιμοποίησης, καθώς έχει χάσει το απαραίτητο ηθικό ανάστημα που απαιτεί ο ρόλος της.
Η πολιτική «σοκ και δέος» που ακολουθεί η κυβέρνηση Καραμανλή, κατά δήλωση της, στην «παιδεία», είναι ασυζητητί αυταρχική πολιτική, η οποία σε τίποτα δεν διαφέρει από τον κοινό τραμπουκισμό.
Άντε τώρα να γίνει συζήτηση για την αναβάθμιση των ΑΕΙ, την διασύνδεση τους με την κοινωνία και την αγορά και πολλά-άλλα, χρήσιμα και απολύτως αναγκαία που απασχολούν την πολιτική και την ακαδημαϊκή κοινότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη!
Ήθελα να ήξερα πώς καταδέχεται ο περίφημος αυτός υπουργός να συνομιλεί με γυμνούς, επιστημονικά, καθηγητές!
Μπράβο του και μπράβο σε ολόκληρη την κυβέρνηση για την καταδεκτικότητά της! Άλλωστε, στον κόσμο της αγοραίας πολιτικής, τι αξία έχουν οι μελέτες και τα διδακτορικά, οι επιστήμες και τα γράμματα!
Σημασία έχουν τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά που μοιράζουν αβέρτα τα σχετικά εμπορικά κέντρα στην πελατεία που θα στελεχώσει αύριο την διοίκηση και τις επιχειρήσεις. Σημασία έχουν τα διδακτορικά που μοιράζονται με λιγότερο από πέντε χιλιάδες δολάρια ή αυτά που παρέχονται ως αντιπαροχή από διαπρεπείς φίλους της κυβέρνησης, καθηγητές στο εξωτερικό και πολύτιμους συνεργάτες στο εσωτερικό.
Σημασία έχει, τέλος, πως με αυτήν την πολιτική κουλτούρα η πολιτική αντιπαράθεση δεν έχει νόημα και ούτε, ασφαλώς, διαμορφώνεται κλίμα για να προσεγγίσουν και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις με ευθύνη και σοβαρότητα τους αναχρονισμούς και την παθογένεια που χαρακτηρίζουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση στην χώρα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου