Του Αγίου
Η πολιτική αντιπαράθεση έχει αξία, δηλαδή σημασία, στο βαθμό που γίνεται με ιδεολογικούς και πολιτισμικούς όρους.
Σε διαφορετική περίπτωση δεν πρέπει να μιλούμε για πολιτική αλλά για πολιτικαντισμό.
Εάν δεχθούμε τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη για το ανθρώπινο σύμπαν, ότι «ο κόσμος είναι πλέον επίπεδος», ότι «ζούμε το τέλος ή στο τέλος των ιδεολογιών», ή ότι « η πραγματικότητα αντικειμενοποιείται στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης αγοράς», τότε μην έχετε κανένα δισταγμό να θεωρήσετε την πολιτική ξεπερασμένη υπόθεση, ή, αν προτιμάτε, εμπόδιο για την ολοκλήρωση της αγοραίας κοινωνίας.
Δικαίωμα σας, ασφαλώς και μπράβο για την έντιμη στάση σας – για να μην κοροϊδευόμαστε – αλλά θα ήθελα να επισημάνω σε όσους διακατέχονται από μια ανάλογη προσέγγιση, ότι και αυτή η απολιτική στάση στηρίζεται σε σαφές ιδεολόγημα που δεν είναι μεν ιδεολογία, αλλά έχει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της.
Ενώ, λοιπόν, η ιδεολογία χαρακτηρίζεται λιγότερο ή περισσότερο από νομοτέλεια, το ιδεολόγημα του «τέλους της ιστορίας» είναι τελεολογικής μορφής.
Στην πρώτη περίπτωση (ιδεολογία) ο λόγος που την υποστηρίζει δημόσια είναι στερεοτυπικός- αριστερόστροφος πολιτικά, ενώ στη δεύτερη (ιδεολόγημα του νεοφιλελευθερισμού) στερεοτυπικός-απολιτικός.
Ασφαλώς στην κοινωνία και στον δημόσιο διάλογο, δύσκολα θα συναντήσετε καθαρές μορφές αυτής της διαλεκτικής της αναπαραγωγής και σημασιοδότησης του πραγματικού, καθώς συνήθως απαντάται μια μικτή μορφή, πού κάποτε είναι τόσο μπερδεμένη και άθλια στη δομή της που την καθιστά παράλογη.
Αν όμως αυτή η παράλογη μορφή πετύχει να κυριαρχήσει στα ΜΜΕ, τότε μετατρέπεται σε κοινή λογική ( για την ακρίβεια κοινό παραλογισμό), που συνθέτει τις παραστάσεις και τις αναφορές της περίφημης κοινής γνώμης (δηλαδή της στερεοτυπικής άποψης των ΜΜΕ).
Με λίγα λόγια, τα ΜΜΕ διαμορφώνουν σιγά-σιγά έναν κυρίαρχο κώδικα επικοινωνίας φορτισμένο με το ιδεολόγημα του νεοφιλελευθερισμού και με διάσπαρτα στοιχεία ιδεολογίας. Δίχως τον κώδικα αυτόν η επικοινωνία μας διεξάγεται εξαιρετικά δύσκολα.
Όσοι δεν μιλούν τη γλώσσα της TV, η οποία αναπαράγεται και από τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά Μέσα, καθώς και από τον Τύπο, καθίστανται με τον καιρό αποσυνάγωγοι και χαρακτηρίζονται με διάφορα υποτιμητικά επίθετα, έτσι ώστε να νομιμοποιηθεί κοινωνικά ο αποκλεισμός τους.
Μέσα σε αυτό το φάσμα καλούνται να κινηθούν ασφαλώς και τα κόμματα.
Όσα ακολουθούν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Κανείς τηλεθεατής, για παράδειγμα, δεν πρόκειται να παρατηρήσει ότι η δεξιά ρητορεία του Κ. Καραμανλή είναι απολύτως απολιτική, παρουσιάζοντας αλλεργική αντίδραση στην έννοια της εξουσίας: όχι στην άσκηση της φυσικά, στην διαπραγμάτευση της και μόνο!
Μικρό πρόβλημα, που με την πάροδο των χρόνων θα μεγαλώσει πολύ, αντιμετωπίζουν τα ιδεολογικά προσανατολισμένα κόμματα στο βαθμό που ταυτίζονται με τα παραδοσιακά στερεότυπα της αριστεράς ή/και της ύστερης σοσιαλδημοκρατίας.
Η ανανεωτική αριστερά βρίσκεται σε κρίσιμο δίλλημα: Από τη μία, με τον κλασσικό στερεοτυπικό λόγο της αριστεράς, την ξύλινη γλώσσα της δηλαδή, δεν επικοινωνείς με ευρύ ακροατήριο, άσε που δεν μπορείς να αναπτύξεις δημιουργική πολιτική προσέγγιση, ενώ από την άλλη, αν υιοθετήσεις τη γλώσσα των ΜΜΕ θα εγκλωβιστείς στα ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού, παρουσιάζοντας αντιφατική πολιτική προσωπικότητα.
Τι κάνεις τότε; Κρατώ την ατάκα της τηλεόρασης και αναπτύσσω τον πυρήνα της προοδευτικής διαλεκτικής πάνω στην ιδεολογική μου βάση, φαίνεται να απαντούν κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και δυο-τρεις προχωρημένοι από το ΠΑΣΟΚ.
Καλά κάνεις, αλλά δεν είναι αρκετό, θα απαντούσα αν με ρωτούσες.
Η επιτυχία αυτής της προσέγγισης θα εξαρτηθεί από το μίγμα, την ικανότητα η ατάκα να λειτουργεί με πολιτική συνάφεια ως προς το πολιτικό μήνυμα και, ασφαλώς, την δυνατότητα να επιβληθεί συστηματικά στη γλώσσα των ΜΜΕ.
Οι κίνδυνοι, όμως, από αυτή την επιχείρηση πολιτικής επικοινωνίας είναι τεράστιοι και δεν πρέπει να αγνοηθούν.
Το Μέσο ως Μήνυμα έχει την δυνατότητα από τη φύση του να εντάσσει την ατάκα σου στο γενικότερο πλαίσιο του δικού του λόγου και να την αποξενώνει από τον πολιτικό πυρήνα της. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να καταστούν μεσοπρόθεσμα γραφικοί οι πρωτογενείς φορείς της ατάκας.
Άρα οικονομία στις ατάκες, σχεδιασμός και ανάπτυξη μιας ολόκληρης καμπάνιας που θα την υποστηρίζει πολιτικο-επικοινωνιακά.
Ακόμα και το «καλώς τα παιδιά» θα μπορούσε να υποστηριχθεί και να γίνει πολιτικό «δόρυ».
Αν, όμως, δεν θέλεις να το καταστήσεις σλόγκαν στην στρατηγική σου ή αν έχεις άλλη στρατηγική, καλό είναι να μην το εκστομίσεις, διότι εσύ μπορεί να το ξανασκεφτείς και να μην το ξαναπείς, αλλά θα το λένε οι άλλοι και θα του δίνουν το νόημα που τους εξυπηρετεί κάθε φορά.
Μη ξεχνάτε ότι αυτός που κερδίζει στο επίπεδο νοηματοδότησης της πραγματικότητας, θα έχει καλύτερες πιθανότητες να επικρατήσει πολιτικά μακροπρόθεσμα.
Ατάκα με πολιτικό νόημα λοιπόν και με οικονομία, επειδή η ατάκα είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο της επικοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου