Του Αγίου
Δεν χρειάζεται να έχει κανείς γνώσεις αστρολογίας ή μαντικές ικανότητες για να υποθέσει ότι η χρονιά αυτή θα είναι σημαντική για τα λεγόμενα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας και του Ελληνισμού.
Η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου και η πολιτικο-διπλωματική σημασία της, όχι μόνο για την περιοχή των δυτικών Βαλκανίων, στέλνει ανησυχητικά μηνύματα στη νέα ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ γίνεται αιτία ή/και αφορμή να πιεστεί η ελληνική κυβέρνηση να υποχωρήσει πέραν, πιθανώς, της αντοχής της στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Το θεώρημα δεν είναι εντελώς καινούργιο, αλλά δυστυχώς πολύ λίγοι το αμφισβητούν, καθώς δομείται στο πλαίσιο της καθ’ ημάς Νέας Τάξης πραγμάτων.
Το νέο πολιτικο-διπλωματικό στερεότυπο που θεμελιώνεται από αυτό το θεώρημα επίλυσης διαφορών και «λείανσης» διενέξεων στα Βαλκάνια, θέλει οι δια-κρατικές και διεθνικές διαφορές να γεφυρώνονται, αν όχι να εξαφανίζονται, με την ένταξη των εμπλεκομένων μερών της περιοχής στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Έτσι το επιχείρημα ως προς το σκοπιανό ακούγεται αυτονόητο: Δεν θα πρέπει η Ελλάδα να αρθρώνει δυσανάλογα σοβαρές αιτιάσεις για προβλήματα που πιθανόν να προκύψουν στο μέλλον από τον μη-γεωγραφικό προσδιορισμό της λέξης «Μακεδονία», καθώς η επικείμενη ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και η δρομολόγηση της ένταξης της στην ΕΕ. θα προσδώσουν αυτόματα εκείνο το πλαίσιο εγγυήσεων και ασφαλείας που είναι αναγκαίο για την αρμονική συνύπαρξη των δύο όμορων κρατών, με αλληλοσεβασμό στα σύνορα, τον πολιτισμό και τα ιδιαίτερα συμφέροντα του καθενός. Αφού μάλιστα, οι Ευρω-ατλαντικοί θεσμοί και το πολιτικο- διοικητικό πλαίσιο της Ένωσης εγγυώνται την ασφαλή συνύπαρξη και δίνουν διέξοδο στις διενέξεις, ώστε ποτέ αυτές να μην καταλήγουν σε κρίση μεταξύ των δύο χωρών, μακροπρόθεσμα θα ατονήσουν και οι «αλυτρωτισμοί» που εκδηλώνονται εκατέρωθεν των συνόρων.
Το θεώρημα, δηλαδή, εννοεί το υπερεθνικό πλαίσιο να χωνεύει τις εθνικές αντιθέσεις.
Ίδια είναι και η λογική που φαίνεται να κυριαρχεί για την επίλυση του Κυπριακού, ιδιαίτερα τις τελευταίες μέρες μετά την επικράτηση του Δημήτρη Χριστόφια, ο οποίος εξελέγη Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στηριζόμενος από την ίδια ομάδα κομμάτων (ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ) που είχε φέρει στην Προεδρία προηγουμένως τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Και αυτό το αναφέρω για να υποδηλώσω την αλλαγή που έχει συντελεστεί, ως προς την προσέγγιση του Κυπριακού, σε επίπεδο κοινής γνώμης και εκλογικού σώματος.
Οι Κύπριοι βρέθηκαν εμπρός στις νέες πραγματικότητες που διαμορφώνει η ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου και κυρίως της μεθόδου και των διαδικασιών που οδήγησαν σε αυτήν, καθώς και ενώπιον του διλλήματος ως προς το ποια κυπριακή ηγεσία θα μπορούσε να καθορίσει τους πλέον εφικτούς στόχους για να αποτρέψει την πορεία προς τη διχοτόμηση.
Η Κύπρος, είναι αλήθεια, ότι ευθύς εξαρχής θορυβήθηκε από την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, γνωρίζοντας ότι η μπλεγμένη στα δίχτυα του σκοπιανού και των ΗΠΑ, ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αντιδράσει ανεξάρτητα και ότι θα άφηνε τελικά μόνη πολιτικά και διπλωματικά τη νέα κυπριακή ηγεσία, στην υπόθεση αυτή. Άλλωστε, για να μιλήσουμε ανυπόκριτα, είτε η Κύπρος αναγνωρίσει είτε όχι, το Κόσοβο, το προηγούμενο θα έχει δημιουργηθεί. Η μη-αναγνώριση συνιστά νομικό ελιγμό, αλλά δυστυχώς η πολιτική πραγματικότητα δεν κατασκευάζεται από δικηγόρους! Άρα η Κύπρος λαμβάνει το μήνυμα: εάν θέλει να αποφύγει τη χρησιμοποίηση του προηγούμενου αυτού στην περίπτωσή της (ευρεία διπλωματική αναγνώριση του λεγόμενου τουρκοκυπριακού κράτους κ.λ.π.) μόνο μια ουσιαστική στρατηγική υπάρχει. Ο μονόδρομος της αποδοχής μιας πολύ χαλαρής διζωνικής κοινοτικής ομοσπονδίας με εγγυητές όχι πλέον την Ελλάδα και την Τουρκία, αλλά τους ίδιους τους Ευρω-ατλαντικούς θεσμούς και την ΕΕ.
Τούτη την ώρα, κατά την οποία η Αθήνα έχει στραμμένη την προσοχή της στο σκοπιανό και όλα τα πολιτικά και διπλωματικά της αποθέματα είναι διαθέσιμα για μια μη-εξευτελιστική για το κύρος της χώρας τελική διευθέτηση, Ουάσιγκτον και Βρυξέλες πιέζουν για την άμεση επίλυση και του Κυπριακού.
Το νέο σχέδιο έχει τρία σκέλη:
Α) Διαπραγματεύσεις για την επίλυση του κυπριακού υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, αλλά με αναβαθμισμένο το ρόλο και την παρουσία της ΕΕ σε όλα τα στάδια της διαπραγμάτευσης. Εδώ προκρίνεται η ιδέα να υπάρχει μεν διαμεσολαβητής του ΟΗΕ, αλλά τον κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση της τελικής φόρμουλας για την λύση να έχει ένας συντονιστής που θα ορίσουν οι Βρυξέλλες.
Β) Τέλος των διαπραγματεύσεων και επίλυσή του ζητήματος - δίχως πολύ φασαρία, και με τις Αθήνα–Άγκυρα σε απόσταση – εντός του 2009, έτσι ώστε να συμπέσει με την εφαρμογή της επικυρωμένης «μεταρρυθμιστικής Συνθήκης» της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και τις ευρωεκλογές.
Γ) Ρύθμιση για την αποχώρηση του κατοχικού στρατού.
Επιχείρησα να προσεγγίσω την συσχέτιση της εξέλιξης του ζητήματος του Κοσόβου με το κυπριακό και το σκοπιανό, αλλά και την αναμεταξύ τους πολιτική και διπλωματική συνάφεια, όχι απλώς για να δείξω το πλαίσιο δυσκολιών που καλείται να αντιμετωπίσει η φύσει και θέσει αδύναμη κοινοβουλευτικά και σφόδρα αμφιλεγόμενη κοινωνικά, ελληνική κυβέρνηση, αλλά και να αναδείξω το νέο πείραμα των Δυτικών, οι οποίοι για πρώτη φορά δίνουν τον πρώτο ρόλο, έστω και σχετικά άτυπα, στις Βρυξέλες.
Υ.Γ. Και ας μην παραβλέπουμε ότι η εφαρμογή στην πράξη ενός θεωρήματος είναι δυνατόν να οδηγήσει ακόμη και στην πλήρη απαξίωσή του. Είναι ζήτημα παραμέτρων!