Του Αγίου
Η εβδομάδα που μπαίνει θα αποτελέσει την αρχή του τέλους στο «σκοπιανό».
Μια βδομάδα που, πέρα από εθνικισμούς και άλλες σαχλαμάρες, αναδεικνύει τις ευθύνες ενός πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί μια απλή καταρχήν υπόθεση κρίσεως με την όμορο προς την Ελληνική Μακεδονία, επαρχία της Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας, η οποία κατέστη ανεξάρτητο κράτος.
Το παρακάτω κείμενο – που είναι μάλλον μακρύ για blog – είναι η δική μου «κατάθεση» σε αυτή την υπόθεση, για να μπορείτε όλοι να προσεγγίσετε την πραγματικότητα, μακριά από την προπαγάνδα και τις συγκυριακές σκοπιμότητες.
Αναφέρομαι αποκλειστικά σε γεγονότα που διαμόρφωσαν το σκηνικό της πολιτικής και διπλωματικής αποτυχίας της Ελλάδας στο ζήτημα, που εύχομαι από την καρδιά μου να μην μετατραπεί τις επόμενες μέρες σε απόλυτη ξεφτίλα για τη χώρα με σημαντικές παράπλευρες συνέπειες για τα συμφέροντα της.
Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή:
Μετά το δημοψήφισμα στην όμορο προς την Ελλάδα, «ανεξαρτητοποιημένη» περιοχή της νότιας Γιουγκοσλαβίας, στις 7 Σεπτεμβρίου 1991, με θέμα την κήρυξη ανεξάρτητου Κράτους με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ακολούθησε στις 16 Δεκεμβρίου 1991, το ομόφωνο ψήφισμα του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών της Ευρώπης σύμφωνα με το οποίο τα μέλη της Ένωσης δεσμεύονταν ότι δεν θα αναγνωρίσουν όνομα για την πρώην Γιουγκοσλαβική επαρχία της Μακεδονίας (ΠΓΕΜ) που μπορεί να εγείρει «εδαφικές διεκδικήσεις στο μέλλον».
Στις 2 Φεβρουαρίου 1992, οι Υπουργοί εξωτερικών της ΕΟΚ ανέθεσαν στον τότε Υπουργό Εξωτερικών της Πορτογαλίας João de Deus Pinheiro να προτείνει λύση για την τελική ονομασία με την οποία θα μπορούσε να αναγνωριστεί η ΠΓΕΜ από τους διεθνείς και υπερεθνικούς οργανισμούς.
Μετά από μερικούς μήνες διαπραγματεύσεων ο κύριος Πινεϊρο πρότεινε το όνομα “Nova Macedonia”. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από το Συμβούλιο Αρχηγών της Ευρώπης (ΕΟΚ) τότε, μετά τις αντιδράσεις της ελληνικής πλευράς, καθώς περιείχε το όνομα “Μακεδονία”.
Στις 13 Απριλίου 1992, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής κάλεσε σε σύσκεψη το Συμβούλιο των Ελλήνων Πολιτικών Αρχηγών να πάρει θέση για την ονομασία και την αναγνώριση της ΠΓΕΜ ως νέου κράτους.
Μετά την συνάντηση των Αρχηγών, ο Πρέσβης παρά τω Προέδρω Πέτρος Μολυβιάτης, ο πρώτος υπουργός εξωτερικών αργότερα του Καραμανλή του νεότερου και σήμερα μυστικοσύμβουλος του, παρουσίασε στη κοινή γνώμη την απόφαση των αρχηγών
«Η Ελλάδα θα αναγνωρίσει ανεξάρτητο κράτος των Σκοπίων μόνον εάν τηρηθούν και οι τρεις όροι που έθεσε η ΕΟΚ στις 16 Δεκεμβρίου ‘91 με την αυτονόητη διευκρίνιση ότι στο όνομα του κράτους αυτού δεν θα υπάρχει η λέξη “Μακεδονία”»
Στις 27 Ιουνίου 1992 οι ηγέτες της Ενωμένης Ευρώπης ψήφισαν ομόφωνα και συμφώνησαν με την Ελληνική θέση ότι θα αναγνωρίσουν τα Σκόπια ως ανεξάρτητο κράτος «μόνον εάν η ονομασία δεν περιέχει τη λέξη “Μακεδονία”».
Στις 2 Οκτωβρίου 1992 ο τότε υποψήφιος για την Προεδρία των ΗΠΑ Bill Clinton δηλώνει επίσημα: «Στηρίζω την πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την οποία η νοτιότερη πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητο κράτος υπό τον όρο να μην περιλαμβάνεται στην ονομασία της η λέξη «Μακεδονία». Πολλοί Αμερικανοί δυσκολεύονται να κατανοήσουν το πρόβλημα που προκύπτει από τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία». Περί τα τέλη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η χρήση αυτού του ονόματος για το νότιο τμήμα της Γιουγκοσλαβίας χαρακτηρίστηκε από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της χώρας μας «ως προκάλυμμα για επιθετικές ενέργειες εναντίον της Ελλάδας» ενώ θα μπορούσε, επίσης, να αποτελέσει και πάλι πηγή αποσταθεροποίησης και διαμάχης.
Η θέση των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Εάν το νέο αυτό κράτος επιθυμεί την αναγνώριση της Αμερικής, θα πρέπει κατ΄ αρχάς να δεχθεί τις αρχές της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι, να ικανοποιήσει τις γείτονες χώρες και την παγκόσμια κοινότητα όσον αφορά τις προθέσεις του, ότι δηλαδή είναι ειρηνικές και σύμφωνες με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία απορρίπτει τη χρήση του ονόματος Μακεδονία. Η Κυβέρνηση Κλίντον θα υπερασπιστεί αυτές τις αρχές και θα διασφαλίσει την ικανοποίηση των νόμιμων συμφερόντων της Ελλάδας»
Οι καιροί μοιάζουν ευνοϊκοί για τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου του 1992 ο Μπιλ Κλίντον εκλέχτηκε Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής κερδίζοντας τις εκλογές από τον Πρόεδρο Τζορτζ Μπούς ο οποίος, αντίθετα από τον Κλίντον, δραστηριοποιείται για την αναγνώριση του κράτους που σχηματίστηκε με έδρα τα Σκόπια ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Τα πράγματα είναι απλά, ο τότε Αμερικανός Πρόεδρος Μπους εξοφλεί το προεκλογικό γραμμάτιο προς τους Σλαβο-Μακεδόνες οι οποίοι συνέβαλαν σημαντικά στην αποτυχημένη προεκλογική του προσπάθεια, ενώ ο νικητής Κλίντον ανταποκρίνεται στις επιθυμίες του ελληνικού λόμπυ που τον χρηματοδότησε και τον στήριξε με κάθε τρόπο.
Μόνο που τότε γίνονται τα πλέον βρώμικα κόλπα ... αμέσως μετά την ήττα των εκλογών από τον Μπιλ Κλίντον , ο Τζορτζ Μπούς (για τον μπαμπά μιλάμε πάντα του σημερινού προέδρου, τον φίλο του κ. Μητσοτάκη που ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας εκείνη την περίοδο) στέλνει τον Υπουργό Eξωτερικών των ΗΠΑ Lawrence Eagleburger στην Ευρώπη προκειμένου να πείσει τις Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις να αλλάξουν την θέση που ομόφωνα είχαν πάρει στις 27 Ιουνίου 1992 και να αναγνωρίσουν μαζί με τις ΗΠΑ το νέο κράτος των Σκοπίων.
Ο στόχος ήταν προφανής: για να μην φανεί προκλητικά αυθαίρετη η απόφαση της μεταβατικής κυβέρνησης-Μπούς να αναγνωρίσει το νέο αυτό βαλκανικό κράτος με το όνομα « Δημοκρατία της Μακεδονίας», πριν τη λήξη της θητείας της στις 20 Ιανουαρίου 1993, η αμερικανική κυβέρνηση αγωνίζεται να πείσει τους Ευρωπαίους Ηγέτες και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών να αναγνωρίσουν την ΠΓΕΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Ήταν τόση η σπουδή του Μπους και του επιτελείου του να «περάσουν» το όνομα Μακεδονία για το νέο κράτος, ώστε ο Ήγκελμπέργκερ προσπάθησε να το κάνει, δίχως επιτυχία, ακόμη και στις 19 Ιανουαρίου 1993, μια μέρα πριν από την ορκωμοσία του Μπιλ Κλίντον, πιέζοντας για σχετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας!
Αφού το κόλπο δεν περνάει και βλέποντας ότι με τον Κλίντον δεν έχουν ελπίδες, οι Αμερικανοί σύμβουλοι της ηγεσίας των Σκοπίων τους προτείνουν να παρακάμψουν την Ευρώπη και την νέα αμερικανική κυβέρνηση και να κάνουν επίσημη αίτηση αναγνώρισης στα Ηνωμένα Έθνη ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αυτό γίνεται στις 22 Ιανουαρίου 1993, δύο μόλις μέρες μετά την ορκωμοσία του Μπιλ Κλίντον.
Και τότε συμβαίνει το απίθανο, που δείχνει τη σκηνοθεσία του πράγματος και τις τεράστιες ευθύνες της ελληνικής πλευράς και της τότε κυβέρνησης στη χώρα:
Δύο μέρες αργότερα, στις 24 Ιανουαρίου 1993, τρεις μεγάλες χώρες της Ευρώπης, Αγγλία – Γαλλία – Ισπανία, με τη σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Κυβέρνησης πρότειναν αναγνώριση του νέου κράτους από τον ΟΗΕ με την προσωρινή ονομασία FYROM.
Παρόλα αυτά, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με το Ψήφισμα 817/1993 σημειώνει με σαφήνεια ότι «η διαφορά που έχει προκύψει επί του ονόματος του Κράτους (της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας) είναι ανάγκη να επιλυθεί προς το συμφέρον της διατήρησης των σχέσεων ειρήνης και καλής γειτονίας στην περιοχή». Με άλλα λόγια το Συμβούλιο Ασφαλείας με την απόφαση του αναγνώρισε ότι το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για την ειρήνη και τις σχέσεις καλής γειτονίας στα Βαλκάνια. Και έτσι, υπό αυτό το πνεύμα και μόνον, ο ΟΗΕ έκανε δεκτό ως μέλος το κράτος με την προσωρινή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας – FYROM.
Εν τούτοις, σε διπλωματικό επίπεδο το παιχνίδι είχε αρχίσει να χάνεται από ελληνικής πλευράς, καθώς όλοι βρήκαν την ευκαιρία να αποδεσμευτούν από την υπόθεση και να ησυχάσουν, μετατρέποντας το όλο ζήτημα της Διένεξης Αθηνών-Σκοπιών σε διμερές ζήτημα.
Έτσι όλοι έβγαλαν την ουρά τους απέξω λέγοντας αυτό που χαρακτηριστικά υποστήριξε ο τότε Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Αμερικανικής Βουλής, Λι Χάμιλτον, ότι δηλαδή λόγω της αποδοχής από την Αθήνα συμβιβαστικής λύσης, ούτε το Κογκρέσο, ούτε η Κυβέρνηση Κλίντον μπορούν πια να βοηθήσουν, υπονοώντας ότι δεν ισχύουν οι προεκλογικές υποσχέσεις του νέου Αμερικανού Προέδρου.
Η συνέχεια είναι μια ατέρμονη επιχείρηση διασκέδασης του ζητήματος στο εσωτερικό της Ελλάδας από τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν, καθώς πλέον η υπόθεση θα κατέληγε αναπόδραστα σε έναν επώδυνο συμβιβασμό που, σε ότι αφορά την δική μας ανάλυση, θίγει σε επίπεδο ισχύος τη χώρα και εξανεμίζει δυνατότητες και δυναμική που αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα από την δεκαετία του ’50 μέχρι σήμερα.
Αυτή την στιγμή βλέπουμε τις συνέπειες της μεταπολίτευσης σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, γι’ αυτό ακριβώς πιστεύω οτι αξίζει και ο δικός μας κόπος και ο δικός σας χρόνος, που αναλώθηκαν στο σχολιασμό του ζητήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου