Του Αγίου
Με μια δοξαριά υψηλής συχνότητας αντέδρασε ο Γιώργος Α. Παπανδρέου στην πολιτική συγκυρία και βγήκε έτσι, έστω και προς το παρόν, από το περιθώριο της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Η «πρόταση μομφής» που κατατέθηκε από την αξιωματική αντιπολίτευση την Τετάρτη, λιγότερο από μία ώρα πριν ξεκινήσει η διαδικασία για την ψηφοφορία επί του συνόλου του νομοσχεδίου για το «Ασφαλιστικό», δεν φάνηκε να αιφνιδιάζει την Κυβέρνηση.
Προφανώς ο κ. Καραμανλής γνώριζε για την πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και είχε προετοιμάσει τους βουλευτές, συγγενείς και υπουργούς του να χειριστούν κατάλληλα την δοξαριά του Γιώργου: την πρόταση δυσπιστίας προς την Κυβέρνηση.
Έτσι και τα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας (βουλής) συντονίστηκαν σε ανάλογο κοινοβουλευτικό μοτίβο.
Οι λόγοι που οδήγησαν τον κ. Παπανδρέου σε αυτήν την πρωτοβουλία, δεν πρέπει να δαιμονοποιούνται. Δεν έπραξε τίποτε περισσότερο από αυτό που θα έκανε κάθε άλλος πολιτικός στη θέση του.
Ο Γιώργος είναι αδύνατο να ασκήσει ουσιώδη αντιπολίτευση στο «σκοπιανό».
Οι θέσεις του, σε επίπεδο πολιτικής ρητορείας και στόχων, είναι αφενός πανομοιότυπες με αυτές που εκφράζει επίσημα ο κ. Καραμανλής και εφετέρου, σε ότι αφορά τον έλεγχο της διολίσθησης του πρωθυπουργού στην διαπραγμάτευση, πολύ λίγα πράγματα μπορεί να κάνει.
Δύσκολα μπορεί να τον ψέξει για την ανακολουθία και εμφανή υποκρισία στην διαχείριση της διαπραγμάτευσης, καθώς – όπως έχει πει χαμογελαστά η Ντόρα – «έχουμε και εμείς τους φακέλους της υπόθεσης, από την εποχή που ο κ. Παπανδρέου ήταν Υπουργός των Εξωτερικών». Δηλαδή, ο Γιώργος στο «σκοπιανό» είναι αυτό που λέμε λαϊκά «ανοιχτός». Σε πιο βαθμό δεν το γνωρίζω, αλλά όσο και να είναι δεν μπορεί να ασκήσει ελεύθερα κριτική στον πρωθυπουργό, όπως ο Καρατζαφέρης, η Παπαρήγα ή ο Αλαβάνος.
Σε ότι αφορά το «ασφαλιστικό» και τη μορφή των ιδιωτικοποιήσεων στις οποίες κατέληξε η Κυβέρνηση, επίσης δύσκολα θα μπορούσε να πάρει «αντιπολιτευτικό κεφάλι», ιδίως μετά τις τελευταίες πρωτοβουλίες του Α. Αλαβάνου, ο οποίος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον υποσκέλισε και κοινοβουλευτικά, επιδεικνύοντας καλύτερα αντανακλαστικά και ισχυρότερη αίσθηση των κοινωνικών τάσεων στο ζήτημα.
Εκτός από αυτά, ο κ. Παπανδρέου γνωρίζει ότι αν το «σκοπιανό» εξελιχθεί σε κόλαφο κατά του Καραμανλή, θα δεχόταν τεράστιες πιέσεις από την κοινωνία, από μέλη του ΠΑΣΟΚ, καθώς και την πρόκληση από άλλα (ή τα άλλα) κόμματα της βουλής να ασκήσει το δικαίωμα της κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας. Τώρα από αυτή την υποχρέωση «απαλλάσσεται» για το επόμενο εξάμηνο, επιτυγχάνοντας να μη φέρει σε δύσκολη θέση τους Αμερικανούς και τον εαυτό του.
Με άλλα λόγια, ο κ. Παπανδρέου καίει τη δυνατότητα να ασκήσει «μομφή» στην κυβέρνηση για το «σκοπιανό», ανεξαρτήτως ποια θα είναι η κατάληξή του, τη στιγμή μάλιστα που βλέπει ότι η υπόθεση εξελίσσεται σε δεινή ήττα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με άγνωστες συνέπειες για το κύρος της χώρας στο χειρισμό πολύ πιο δύσκολων εθνικών ζητημάτων που αναδύονται εκ νέου στην επικαιρότητα (Αιγαίο, Κυπριακό).
Ασκώντας τώρα το δικαίωμα, που μόνο το ΠΑΣΟΚ διατηρεί ως προς τον κρισιμότερο βαθμό ελέγχου της κυβέρνησης για το «ασφαλιστικό», δίνει τη δυνατότητα στον κ. Καραμανλή να «σκηνοθετήσει» την απώλεια της δεδηλωμένης, με αποτέλεσμα την πτώση της κυβέρνησης.
Αν δεν το πράξει ο ίδιος ο κ. Καραμανλής υπάρχουν γνωστά συμφέροντα στο πλαίσιο της διαπλοκής που θα μπορούσαν να συνεργαστούν μαζί του για να χάσει τη δεδηλωμένη λίγα 24ωρα πριν βρεθεί ενώπιον του προέδρου Μπους για να υποστεί την εσχάτη των πιέσεων ως προς την «λύση» του «σκοπιανού» υπό αμερικανικούς όρους.
Ο πρωθυπουργός, όπως έχω κουραστικά πλέον επισημάνει, δεν έχει σκοπό να πέσει από το «σκοπιανό». Ούτε, όμως, οι Αμερικανοί φίλοι του θα ήθελαν να συμβεί αυτό και να πληγεί ο ίδιος και η αγαπητή στην οικογένεια Μπους, κα Μπακογιάννη, αλλά και να προκληθούν ανεξέλεγκτες, πιθανόν, αντιαμερικανικές αντιδράσεις στην Ελλάδα, οι οποίες θα έφερναν τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις στο επίπεδο του δεύτερου μισού της δεκαετίας του ’70.
Για τον κ. Καραμανλή θα αποτελούσε σωτηρία μια ενδεχόμενη πτώση της κυβέρνησής του αυτή την ώρα, καθώς θα εμφανιζόταν, έστω και για τα μάτια του κόσμου, ως ο μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός που δεν δίστασε να συγκρουστεί με τα συντεχνιακά συμφέροντα και τα ρετιρέ του δημοσίου και να πέσει υπέρ καραμανλικής πίστεως και νεοδημοκρατικής πατρίδος.
Το σενάριο αυτό βολεύει αφάνταστα και τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά κατά ένα μυστήριο τρόπο και όλα τα υπόλοιπα κόμματα της βουλής.
Ο Γιώργος σταματά τη φθορά που υφίσταται από το εσωκομματικό και μιντιακό σύστημα, καθώς και από την καλπάζουσα άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Συνασπισμός από τη μια δεν προλαβαίνει να κεφαλαιοποιήσει τα κοινωνικά του ανοίγματα και το φρέσκο αίμα στην ηγεσία του, αλλά διατηρεί τη δυνατότητα να ηγηθεί, υπό συνθήκες, της αριστερής αντιπολίτευσης μετά τις εκλογές.
Ο Καρατζαφέρης εξασφαλίζει τη βέβαιη είσοδό του στη βουλή, καθώς ευνοείται από το κλίμα δίχως να προλάβει να φθαρεί στα έδρανα του κοινοβουλίου.
Η κα Παπαρήγα, αν και δεν προλαβαίνει να παραδώσει στη νέα ηγεσία του κόμματος, διατηρεί ακέραιες τις δυνάμεις της καθώς, όπως δείχνουν οι μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις, η πλαγιοκόπηση από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες για το ΚΚΕ.
Τέλος, η ενδεχόμενη προσφυγή στις κάλπες θα προσέφερε μεγάλη ανακούφιση στα κέντρα της διαπλοκής, καθώς, όπως όλα δείχνουν, ο Συνασπισμός μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είναι το πιθανότερο μετεκλογικό σενάριο. Αυτό προφανώς επιθυμούν και οι Αμερικανοί, οι οποίοι θα δουν να κλείνει και το ρημάδι το «σκοπιανό» και πολλά άλλα σοβαρότερα για αυτούς ζητήματα σε μια διευρυμένη βάση νομιμοποίησης εντός της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου