Του Αγίου
Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας, δομήθηκε στη βάση εθνικιστικών «αντί».
Τα κόμματα δεν διακρίνονταν ποτέ από αξιόλογη ιδεολογική συνοχή, είχαν όμως πάντοτε την ικανότητα να συσπειρώνουν την εκλογική πελατεία τους, στο πλαίσιο μιας αντί-θεσης ως προς την γεωπολιτική στρατηγική μεγάλων δυνάμεων, που εκδήλωναν ενεργό ενδιαφέρον για την περιοχή μας.
Για τις ανάγκες κατανόησης αυτού του σχολίου ας κρατήσουμε ότι αυτή η προσέγγιση του πολιτικού συστήματος ζημίωσε την ποιότητα της δημοκρατίας, θίγοντας τον πυρήνα της, που δεν είναι άλλος από την ανάπτυξη της πολιτικότητας με φορέα τα κόμματα.
Μετά τον πόλεμο και την διαίρεση της Ευρώπης, με την Ελλάδα να εντάσσεται οργανικά στο δυτικό ημισφαίριο συμφερόντων, η ηττημένη ελληνική αριστερά δόμησε το δικό της «αντί» σε σχέση με τον λεγόμενο αμερικανικό παράγοντα.
Οι ΗΠΑ, έτσι, ως σύμμαχοι, εμπνευστές και ενεργοί υποστηρικτές του ταξικού εχθρού αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία και εχθρότητα, από όλες τις πλευρές της αριστεράς.
Το αντιαμερικανικό αίσθημα γιγαντώθηκε μετά την συνειδητοποίηση από τα ευρύτερα στρώματα ότι η αμερικανική κυβέρνηση έπαιξε βρώμικο ρόλο στην επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα και αργότερα στα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν στην Κύπρο.
Είναι αλήθεια ότι η εθνικιστική δεξιά στη χώρα, σε αντίθεση με τους ομοϊδεάτες της στην Ευρώπη, ποτέ δεν άρθρωσε έντονα το δικό της «αντί» σε σχέση με τους Αμερικανούς. Η αντίδρασή της βλέπετε ήταν μόνιμα προσανατολισμένη προς το «σιδηρούν παραπέτασμα».
Μετά την «Επανένωση της Ευρώπης», όμως, τα πράγματα άρχισαν σιγά-σιγά να αλλάζουν και ολοένα και περισσότερο η ελληνική, εθνικιστική-δεξιά άρχισε να καλλιεργεί έναν ιδιόμορφο αντιαμερικανισμό, στο βαθμό που η Νέα Τάξη πραγμάτων δεν εξυπηρετούσε τις κατάδηλες ή λανθάνουσες προσβλέψεις της εξωτερικής μας πολιτικής και τις ιδεατές μορφές της εθνικής ολοκλήρωσης και ευημερίας στο εσωτερικό της χώρας.
Η άνοδος του Καραμανλή του νεότερου στην εξουσία συνοδεύτηκε από ένα ευκαιριακό ανακάτεμα του εθνικισμού με τον νεοφιλελευθερισμό, σε πρωτόγνωρο για τη χώρα βαθμό.
Η στάση-Καραμανλή θα μπορούσε να αποτυπωθεί ως εξής: καλλιεργώ ένα εθνικιστικό προφίλ για να διευκολύνω νεοφιλελεύθερες πολιτικές και προτάσσω νεοφιλελεύθερες λύσεις με την κάλυψη εθνικιστικής ρητορείας. Αυτό, η προπαγάνδα επιχείρησε να το εμφανίσει ως την σύγχρονη εκδοχή του πατριωτισμού.
Στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων της χώρα μας η προσέγγιση αυτή συνδέθηκε με τον λαϊκισμό, ο οποίος είχε ακολουθήσει ανάλογα μονοπάτια και επί Ανδρέα Παπανδρέου. Στο πλαίσιο αυτό ένας λανθάνων ψευδο-αντιαμερικανισμός άρχισε να τροφοδοτείται από την προπαγάνδα της ΝΔ.
Έτσι πίστεψαν ότι ο Καραμανλής θα μπορούσε να ακολουθήσει τα λαϊκίστικα ίχνη του Ανδρέα, εκμεταλλευόμενος τις αντιαμερικανικές προκαταλήψεις και το ανάλογο αίσθημα της κοινής γνώμης, που ενδυναμώθηκε από τους πολέμους στα Βαλκάνια και την βίαιη, αυταρχική και αυτοκρατορική συμπεριφορά της αμερικανικής ηγεσίας.
Μέσα σε μικρό διάστηκα, ο συντηρητικός πολιτικός Καραμανλής μας προέκυψε και αυτός αντι-Αμερικανός, για να προσελκύσει την πελατεία που είχε εσωτερικεύσει τον αντιαμερικανισμό ως ιδεολόγημα, καθώς δεν διέθετε ιδεολογία και σαφή πολιτική ταυτότητα.
Δηλαδή, ο αριστερός-αντιαμερικανισμός επιχειρείται να συνδεθεί με στοιχεία ιδεολογίας και ταξικής πάλης, ενώ ο δεξιός-αντιαμερικανισμός συσχετίζεται αποκλειστικά με κριτήρια ανεξαρτησίας και εθνικής χειραφέτησης.
Τώρα, με την εμπλοκή στο «σκοπιανό», μετά από τα παιδαριώδη λάθη του ίδιου του κ. Καραμανλή, ο λανθάνων δεξιός-αντιαμερικανισμός αναδύεται στην επιφάνεια, όχι ασφαλώς για να χρησιμοποιηθεί ως υποστηρικτικό μέσο στην διπλωματία, αλλά ως διασκεδαστικός παράγοντας των υποχωρήσεων, στις οποίες άδηλα, άλλα σταθερά προβαίνει στο ζήτημα η Κυβέρνηση-Καραμανλή. Όλα, άλλωστε, δουλεύουν υπέρ του.
Ο Τύπος και τα κανάλια, που μάθανε τον κόσμο να αντιμετωπίζει ποδοσφαιρικά την πολιτική και τα λεγόμενα εθνικά μας θέματα, είναι φυσικός σύμμαχος, όχι της ανύπαρκτης εξωτερικής μας πολιτικής, αλλά της πραγματικής εθνικιστικής προπαγάνδας, που βαπτίζεται πατριωτισμός και προβάλλεται για να νομιμοποιήσει την ανικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να υπερασπίσει τα κρατικά, πολιτισμικά, εμπορικά και άλλα συμφέροντα που συνδέονται με το «Μακεδονία» και προσβάλλονται από την εθνικιστική πολιτική του νέου μας ( σε κρατική μορφή) γείτονα.
Το φετίχ της προπαγανδιστικής αυτής μεθόδευσης είναι το Βέτο.
Η υπόθεση έχει γελοιοποιηθεί τόσο πολύ πλέον, που σε λίγο το Βέτο θα πωλείται μαζί με τα είδη φολκλόρ στα τουριστικά γύρω από την Ακρόπολή!
Ο κ. Καραμανλής δεν έμαθε ότι ενίοτε τα Βέτο γίνονται αποδεκτά (!) και ότι η απειλή του Βέτο είναι πιο σοβαρή υπόθεση μεσοπρόθεσμα από την ίδια την άσκηση του, στις διεθνείς σχέσεις.
Για να τελειώνουμε, ας γίνει έστω και αυτή την ώρα κατανοητό, ότι:
1) Η Κυβέρνηση έσφαλε επιχειρώντας να εκβιάσει μια ανεκτή λύση στο «σκοπιανό», μέσω του ΝΑΤΟ.
2) Ο αντιαμερικανισμός στην αριστερά είναι βαθειά ριζωμένο στερεότυπο που σε περιόδους κρίσεως (της) κάνει καλό, αντίθετα ο αντιαμερικανισμός στην πολυσυλλεκτική δεξιά αποτελεί φάρσα, που στο τέλος αντί να την συσπειρώσει μπορεί να την διαλύσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου